Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

«Εφυγε» ο Γιώργος Φούντας

Σε ηλικία 86 ετών έφυγε από τη ζωή ο ηθοποιός Γιώργος Φούντας.

Ο Γιώργος Φούντας γεννήθηκε το 1924 και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Εκανε την παρθενική του εμφάνιση στον κινηματογράφο το 1944 στην ταινία "Χειροκροτήματα" του Γ. Τζαβέλα και σχεδόν μια δεκαετία αργότερα ενσάρκωσε τον ρόλο του Μίλτου στην "Στέλλα" του Μιχ. Κακογιάννη.

Επαιξε επίσης σε μερικές από τις ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφους όπως η "Μαγική Πόλη" του Ν. Κούνδουρου και τα "Κόκκινα Φανάρια" του Βασ. Γεωργιάδη, καθώς και στο "Ποτέ την Κυριακή" του Ζιλ Ντασέν.

Στην τηλεόραση έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1975 συμμετέχοντας στη μεταφορά στη μικρή οθόνη του "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται" του Ν. Καζαντζάκη.

Το 1951 ο Γιώργος Φούντας μπαίνει σ’ ένα συνοικιακό σινεμά με την αδερφή του. Παίζει τη Νεκρή πολιτεία του Φρίξου Ηλιάδη, δράμα στη Μάνη της βεντέτας. Εκεί ο Φούντας έχει τον πρώτο του σημαντικό ρόλο, αλλά δεν πρόκειται για το καλύτερο παιδί.

Σε μια σκηνή που κακομεταχειρίζεται την αρραβωνιαστικιά του, δηλαδή την Ειρήνη Παππά, κάποιες γυναίκες στο βάθος της αίθουσας εκδηλώνονται φωναχτά, από αλληλεγγύη και αίσθημα δικαίου, κατά του «παλιανθρώπου». Η αδερφή του Φούντα κάνει να διαμαρτυρηθεί. «Κάτσε κάτω», την τραβάει εκείνος, «αυτό ήθελα, αυτό έπρεπε να γίνει». Από την πρώτη του κιόλας ταινία ήταν η δικαίωση για τον ηθοποιό που έγινε σύμβολο, ως η πιο αναγνωρίσιμη λαϊκή, επεισοδιακά αρσενική, βαθιά ανθρώπινη, και γι’ αυτό γεμάτη αδυναμίες αλλά και δύναμη, φιγούρα στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.

Άμα ρωτήσεις τον Γιώργο Φούντα από πού έρχεται, ίσως απαντήσει «από το Μπλακ Στόουν». Είναι ο τρόπος του να διακωμωδήσει ότι δυο χωριά στην Παρνασσίδα διεκδικούν τον τόπο καταγωγής του. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Αν και το πατρικό του ήταν στην Καστριώτισσα, η μάνα του τον γέννησε σ’ ένα χωραφάκι που είχε παραδίπλα, στο Μαυρολιθάρι. Από το «Μπλακ Στόουν» λοιπόν και την Καστριώτισσα -για να τους ευχαριστήσουμε όλους- έρχεται τεσσάρων χρόνων στην Αθήνα, το 1929, μαζί με τα πέντε αδέρφια και τους γονείς του, για να ζήσουν έκτοτε στη Ριζούπολη. 

Στα δώδεκα, όταν τελειώνει το δημοτικό, ο πατέρας του παίρνει ένα γαλατάδικο στου Ψυρρή και τον βάζει να δουλέψει μαζί με τον λίγο μεγαλύτερο αδερφό του, Παναγιώτη, ετών δεκατεσσάρων. Στα εφηβικά του χρόνια ο Γιώργος αλωνίζει μ’ ένα ποδήλατο όλη την Αθήνα ως το Κορωπί, μοιράζοντας γάλα στις γειτονιές και μαζεύοντας εικόνες από πρώτο χέρι για το πώς στ’ αλήθεια ζουν οι άνθρωποι. Τις άλλες ώρες πάει σε νυχτερινό σχολείο, κι ό,τι μένει το αφιερώνει στον αθλητισμό. Μποξ και ποδόσφαιρο στην ΑΕΚ, απ’ όπου αργότερα θα τον διώξουν, παρόλο που είναι καλός, όταν σε μια κουβέντα εκδηλώνεται υπέρ του Παναθηναϊκού, που μέχρι σήμερα υποστηρίζει φανατικά. 

Εκείνα τα χρόνια ανακαλύπτει τη γοητεία της κινούμενης εικόνας πάνω στο πανί. Τι ρόλο θα παίξει στη ζωή του ούτε που υποψιάζεται. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε ελεύθερα την άποψή σας!

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...